Πριν από 40 χρόνια το 1983 έγιναν οι πρώτες Πανελλαδικές Εξετάσεις με το σύστημα των Δεσμών, που είναι ακριβώς αυτό που ισχύει και σήμερα με διαφορετικά ονόματα: αντί για Δέσμες, Επιστημονικά Πεδία, αντί για 1η Δέσμη Θετικές και Τεχνολογικές Επιστήμες και αντίστοιχη αλλαγή ονομάτων για τα άλλα Πεδία.
Θα σκεφτεί κάποιος πολύ ωραία να και ένας τομέας που δεν είχαμε συνεχείς αλλαγές, παλινωδίες και το σύνηθες αλαλούμ, που συμβαίνει σε όλη τη διοίκηση: στο φορολογικό σύστημα, στο ασφαλιστικό και παντού όπου το κράτος μας αποφασίζει για τους κανόνες του παιχνιδιού. Εντύπωση προκαλεί, λοιπόν, ότι στον τρόπο εισαγωγής στα ΑΕΙ βρισκόμαστε εκεί που βρισκόμαστε το 1983. Μία μόνο μικρή διαφορά υπάρχει· τότε μετρούσε και το απολυτήριο Λυκείου που τώρα δεν μετράει. Η κυβέρνηση έχει, όμως, υποσχεθεί ότι στο κοντινό μέλλον θα μετρά ο βαθμός και των τριών τάξεων του Λυκείου για την εισαγωγή στα ΑΕΙ, οπότε θα είμαστε ακριβώς εκεί που ήμασταν το 1983.
Για να βρεθούμε το 2023 στο σημείο που ήμασταν το 1983 δεν περάσαμε 40 χρόνια σταθερότητας, όπως θα σκεφτόταν κανείς. Αντίθετα αλλάζαμε συνεχώς πολλά πράγματα επί 40 χρόνια: τα εξεταζόμενα μαθήματα από 4 έγιναν 14, μετά 9, μετά 6, μετά 4+1 για να ξαναγίνουν 4. Τα μαθήματα είναι, τελικά, τα ίδια στις 3 από τις 4 ομάδες προσανατολισμού και διαφέρουν λίγο μόνο στα Οικονομικά.
Οι εξετάσεις στην αρχή ήταν μόνο στη Γ Λυκείου προαιρετικές (μετά την αποφοίτηση από το Λύκειο για την εισαγωγή στα ΑΕΙ) μετά έγιναν υποχρεωτικές για όλους (απολυτήριες από το Λύκειο και εισαγωγικές στα ΑΕΙ ταυτόχρονα) στη Β και στη Γ Λυκείου, μόνο στη Γ Λυκείου υποχρεωτικές για όλους και μετά ξανά προαιρετικές μόνο για όσους επιθυμούν την εισαγωγή στα ΑΕΙ.
Στον πίνακα βλέπουμε ότι οι υποψήφιοι το 2005 ήταν 129.380 ενώ το 2023 ήταν 97.205. Πρόκειται για πολύ μεγάλη μείωση του αριθμού των υποψηφίων. Αυτό δεν οφείλεται σε μείωση των γεννήσεων, αφού οι γεννήσεις το 1987 και το 2005, τις χρονιές που γεννήθηκαν οι εξεταζόμενοι το 2005 και το 2023 ήταν ίδιες. Η μεγάλη διαφορά μάλλον οφείλεται στο ότι το 2005 οι εξετάσεις ήταν και απολυτήριες, δηλαδή υποχρεωτικές για όλους, ενώ το 2023 είναι μόνο εισαγωγικές για τα ΑΕΙ.
Το σύστημα εισαγωγής που στηρίζεται στα 4 μαθήματα και στα 4 Πεδία ήταν μια χαρά για την εποχή εκείνη, αλλά τελείως λάθος στην εποχή μας. Οι απαιτήσεις της εποχής είναι μεγαλύτερη συνεργασία μεταξύ των επιστημόνων διαφορετικών επιστημών, η διεπιστημονικότητα είναι ο όρος που καθιερώθηκε, συνεπώς απαιτείται από τους νέους επιστήμονες να έχουν πιο πλατιές γνώσεις. Τα 4 εξεταζόμενα μαθήματα είναι, συνεπώς, ανεπαρκή. Θα πει κάποιος ότι στο σχολείο διδάσκονται πάρα πολλά μαθήματα από τις περισσότερες επιστήμες, συνεπώς δεν ευσταθεί το επιχείρημα. Η πράξη στην τάξη έχει δείξει ότι τα παιδιά από την Α Λυκείου αρχίζουν σταδιακά και διαβάζουν μόνο τα μαθήματα που θα εξεταστούν στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, αδιαφορώντας για όποιο μάθημα δεν τα βοηθά να εισαχθούν στο Πανεπιστήμιο. Είναι αναγκαιότητα, πια, να έχουμε μεγαλύτερο πλάτος και μικρότερο βάθος σε όλα τα μαθήματα και περισσότερα εξεταζόμενα μαθήματα, ώστε να διασφαλίσουμε ότι τα παιδιά μας έχουν πλατύτερες γνώσεις.
Το μόνο που πραγματικά άλλαξε είναι ο αριθμός των υποψηφίων που εισάγονται στα ΑΕΙ. Στον πίνακα βλέπουμε ότι από το 27% έως 35% των εισακτέων τη δεκαετία του 80 και του 90 πήγαμε στο 62% έως 79% από το 2000 και μετά. Διπλασιασμός του αριθμού των εισακτέων. Αυτό δεν έγινε τυχαία. Πρόκειται για απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αυξηθεί σημαντικά ο αριθμός των πτυχιούχων διότι οι εργαζόμενοι έπρεπε να έχουν περισσότερες γνώσεις για να αντεπεξέλθουν στη νέα εποχή. Ο στόχος της ΕΕ είναι το 40% των νέων να είναι απόφοιτοι ΑΕΙ. Αυτό τον στόχο τον έχουμε πετύχει ως χώρα με τον αριθμό των μέχρι τώρα πτυχιούχων. Μετά την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής δεν γνωρίζουμε αν θα επιτευχθεί ο στόχος.
Αυτό έγινε σε όλες τις χώρες της Ευρώπης λίγο νωρίτερα και ακολουθήσαμε και εμείς, με τον δικό μας τρόπο. Φτιάχτηκαν νέα Τμήματα Πανεπιστημίων σε κάθε πόλη και ΤΕΙ σε κάθε κωμόπολη, με βασικό κριτήριο τις φθηνές σπουδές. Πολλοί εισακτέοι σε Τμήματα χωρίς πολλά εργαστήρια, σε κτήρια πρώην σχολείων μερικές φορές, διασπαρμένα σε όλη την επικράτεια για να μεταφέρονται χρήματα σε όλες τις πόλεις της περιφέρειας, με ανύπαρκτη φοιτητική μέριμνα και προβληματική συνεργασία μεταξύ των Τμημάτων, λόγω της μεγάλης διασποράς. Πρόκειται για τον ελληνικό τρόπο ανάπτυξης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Οι τοπικοί παράγοντες κάθε νομού, βουλευτές, δήμαρχοι και λοιποί πίεζαν για την ίδρυση κάποιου Τμήματος ή τη μεταφορά κάποιου στρατοπέδου, ακόμη καλύτερα και τα δύο στο νομό τους. Ακόμη και το 2013 που αποφασίστηκε η συρρίκνωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης το παζάρεμα με τους τοπικούς άρχοντες έδινε και έπαιρνε. Το 2019 με την κατάργηση των ΤΕΙ είχαμε νέο παζάρεμα. Αυτός ο τρόπος ανάπτυξης της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης δημιούργησε αυτό που ζούμε σήμερα. Να χρειαζόμαστε προγραμματιστές και να παράγουμε… θεολόγους.Η μέχρι τώρα εμπειρία έδειξε ότι κανείς δεν έχει τα κότσια για να εξορθολογίσει τη λειτουργία της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Αυτό φαίνεται ότι το αφήνει η κυβέρνηση στα ιδιωτικά Πανεπιστήμια, που με τόση βιασύνη προσπαθεί να φέρει. Δεν κάνει τίποτα για τον εξορθολογισμό των δημόσιων ΑΕΙ, που πέρα από τα διαχρονικά τους προβλήματα έχουν μισοαδειάσει εξαιτίας των χιλιάδων κενών θέσεων που δημιούργησε η εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και φέρνει τα ιδιωτικά. Το συμπέρασμα είναι ότι αφήνει την αγορά να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Τα ιδιωτικά Πανεπιστήμια θα οδηγήσουν σε ερήμωση πολλά περιφερειακά Πανεπιστήμια. Η ερήμωση θα φέρει το κλείσιμο χωρίς διαμαρτυρίες και παζαρέματα, που όπως έδειξε το πολιτικό μας προσωπικό δεν μπορεί να τα υπερβεί. Αν ένα Τμήμα δεν έχει φοιτητές διότι οι γονείς προτίμησαν το ιδιωτικό από το να τρέχουν τα παιδιά τους σε άλλη πόλη, τότε δεν ρέει χρήμα προς την πόλη, οπότε δεν ενδιαφέρει την τοπική κοινωνία αν υπάρχει ή όχι το Τμήμα. Οι καθηγητές όσων από τα περιφερειακά ΑΕΙ κλείσουν θα στελεχώσουν τα ιδιωτικά, αν η ειδικότητά τους έχει ζήτηση, ακολουθώντας τους φοιτητές και έτσι η αγορά θα δώσει τη λύση. Η λύση που δίνει η αγορά δεν είναι η κοινωνικά βέλτιστη, αλλά λίγοι νοιάζονται γι’ αυτό.
Η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί ότι το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, το Δημοκρίτειο Θράκης και το Δυτικής Μακεδονίας θα προστατευτούν. Τα δύο πρώτα διότι δημιουργήθηκαν για εθνικούς λόγους και το τρίτο διότι η απολιγνιτοποίηση δημιουργεί ήδη πολλά προβλήματα στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και δεν θα άντεχε και άλλα. Μέχρι στιγμής δεν έχει γίνει κάτι για την προστασία των τριών Πανεπιστημίων και είναι σημαντικό να προστατευτούν πριν την… καταιγίδα. Μετά απλά δεν θα επιβιώσουν.