Μαθητής, αυτός ο άγνωστος…

Κάνεις μάθημα και έχεις «δεδομένη» – λόγω των θεσμικών υποχρεώσεων και των τυπικών συμβάσεων – τη συμπεριφορά των μαθητών σου. Διδάσκεις και θεωρείς ότι απέναντί σου είναι ένα ομοιογενοποιημένο ακροατήριο, που κινείται στους δικούς σου ρυθμούς, στις δικές σου κατευθύνσεις.

 

Διαπαιδαγωγείς και έχεις έτοιμες νόρμες για να φασκιώσεις τις όποιες διαφορετικότητες των εκπαιδευόμενων και απαιτείς όλοι και όλα να κινούνται στις ράγες που έχεις παγιοποιήσει μέσα από την απολυτότητα της εμπειρίας σου. Για σένα όλοι οι απέναντί σου είναι μαθητές και το κριτήριο αξιολόγησής τους και κατάταξής τους στη σχολική κοινότητα αλλά και στη συνολική ζωή τους είναι η βαθμολογία τους και το πόσο καλοί είναι στα μαθήματα και στην όλη συμπεριφορά τους. Βλέπεις τους μαθητές στη σχολική αίθουσα σαν την ήρεμη επιφάνεια της θάλασσας και θεωρείς ότι αυτό είναι η θάλασσα αγνοώντας το τι διεργασίες γίνονται στο εσωτερικό της και στο βυθό της.

 

Και έχεις συμμάχους σου σε αυτό το περίκλειστο και ισχυρό πεδίο αναφοράς τους γονείς, την κοινωνία ακόμα και το «μέλλον» των μαθητών με τη δική σου όμως «ανάγνωσή του». Έχεις την απόλυτη νομιμοποίηση. Ο μαθητής υπερβαίνει ως ιδιότητα ακόμα και την έννοια του επαγγελματία, αφού αυτός έχει αναφορά κυρίως ή και μόνο στον εργασιακό του χώρα, ενώ ο μαθητής είναι μαθητής για όλη την ημέρα, για όλες τις ημέρες, για όλα τα χρόνια που βρίσκεται στο σχολείο – ουσιαστικά μέχρι την ενηλικίωσή του. Η ανήλικη ζωή του δεν του ανήκει…

 

Κι όμως μπορεί να είναι όλα τόσο τακτοποιημένα από σένα, το σχολείο, την οικογένεια, την πολιτεία και την κοινωνία αλλά ο μαθητής να παραμένει άγνωστος. Άγνωστος γιατί και αυτός ο ίδιος έχει απρόσιτες πλευρές του εαυτού του, πτυχές που εκδιπλώνονται όλο και με πιο γοργό ρυθμό, όψεις νέες που τον οδηγούν από την παιδικότητα στην εφηβεία και από εκεί μέσα από έναν χαοτικό κόσμο αμφισβητήσεων, ανατροπών και δημιουργιών στην πρώιμη νεότητα. Πασχίζει να συγκροτήσει την ταυτότητά του μέσα από ετεροπροσδιορισμούς και από δικά του «πιστεύω», να είναι αποδεκτός αλλά και περιζήτητος στις παρέες, να έχει πέραση στο άλλο φύλο, να αντιπαλεύει με τις δικές του ανησυχίες που τόσο εύκολα φωλιάζουν μέσα του: από ένα σημάδι στο πρόσωπο και την ενοχλητική ακμή μέχρι την ανταπόκρισή του στα πειράγματα και στα υπονοούμενα που θα του γίνονται…

 

Μόνιμα ανταριασμένο το ψυχοσυναισθηματικό του στερέωμα, μυθοπλασίες παιδικές που απομαγεύονται με οδυνηρό πολλές φορές τρόπο, φαντασιώσεις που τρέφουν υπέρμετρα τον εγωισμό για να θωρακιστεί απέναντι στις πολλαπλές απαιτήσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος και στον έντονο ανταγωνισμό της κοινωνίας, αβεβαιότητες και φοβίες για ένα μέλλον δύσκολο ζυμωμένο με πολλή κρίση που καθηλώνουν όνειρα και φιλοδοξίες, ευαισθησίες που δεν μετασχηματίζονται σε προνομιακό έδαφος αλλά γίνονται αγκάθια που ενοχλούν ακόμα και χωρίς καμιά αιτία, ταλαντεύσεις για το τι πρέπει αλλά και για το τι θέλει να σπουδάσει και ακόμα περισσότερες παλινδρομήσεις για το τι θα κάνει στην επαγγελματική του εξέλιξη.

 

Ζει το παρόν του με πολύ μέλλον! Ξέρει πολύ καλά ότι το μέλλον του προοικονομείται σε σημαντικό βαθμό εδώ στα σχολικά του χρόνια αλλά με τρόπο ισχυρής αβεβαιότητας. Αν δεν κατακτήσει ισχυρά μορφωτικά εφόδια, η ζωή του θα δοκιμαστεί από την αρχή αλλά και αν τα κατακτήσει, δεν υπάρχει βεβαιότητα – μόνο δυνατότητα και αυτή με διαρκή προσπάθεια. Ήδη βλέπει στο περιβάλλον του τι τον περιμένει: διαρκές κυνηγητό διδακτορικών και μεταπτυχιακών επί μεταπτυχιακών σε όλο και πιο καινοφανείς συνδυασμούς.

 

Είναι άγνωστος γιατί θέλει να ανακαλύψει με το δικό του, μοναδικό τρόπο τις εικόνες της ζωής, να αυτοπροσδιοριστεί όσο μπορεί περισσότερο, να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση σε έναν κόσμο – αρένα σκληρού παιχνιδιού με κανόνες χρήματος και εξουσίας, δύναμης και βίας – πραγματικής και συμβολικής. Ξέρει πολύ καλά ότι τίποτα δεν είναι αθώο και ξέρει ακόμα καλύτερα ότι αν δεν βγει στο ξέφωτο και στην αρένα, τον περιμένει ο δικός του υποσυνείδητος κόσμος να τον οδηγήσει στην εσωστρέφεια και στην ψυχοπαθολογία.

 

Ο μαθητής είναι άγνωστος και θα παραμένει άγνωστος όσο δεν νιώθει την αγάπη και την αλληλεγγύη να γίνονται πραγματικές εικόνες της ζωής, για να μπορεί να εκφράζεται αυθεντικά, όσο οι ουμανιστικές αξίες είναι κενές περιεχομένου, για να μπορεί να καλλιεργεί την ομορφιά του κόσμου και του εαυτού του.